Γράφει η Ματίνα Καλαφατέλη, Ψυχολόγος MSc, Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής Π. Σακελλαρόπουλος, Δομή Φωκίδας
Δημοσίευση: Εν Δελφοίς και fokidanews.gr
Πώς επηρέασαν τα δύο χρόνια πανδημίας τις σχέσεις των ζευγαριών;
Η πανδημία έδρασε ποικιλοτρόπως στις σχέσεις των ζευγαριών και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτά που οι σύντροφοι είχαν χτίσει μαζί προ πανδημίας. Η πανδημία έδωσε το έναυσμα να έρθουν στην επιφάνεια οι παθογένειες που ήδη προϋπήρχαν. Έτσι, ενώ κάποια ζευγάρια κατάφεραν να μετουσιώσουν τις δυσκολίες και να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους, υπήρχαν και τα ζευγάρια αυτά, τα οποία εγκλωβίστηκαν στο άγχος και την πίεση που, όπως ήταν λογικό, έφερε αυτή η πρωτόγνωρη εμπειρία.
Μια συνέπεια της πανδημίας, που έγινε γρήγορα αντιληπτή από τους θεραπευτές/-ριες ζευγαριών, ήταν ότι η πανδημία λειτούργησε ως «καταλύτης» για τις σχέσεις καθώς, ως μαζική καταστροφή, έφερε στο φως την αίσθηση της θνητότητάς, την αίσθηση δηλαδή ότι «η ζωή είναι μικρή». Η αίσθηση αυτή οδήγησε πολλούς μέσα σε αυτήν την περίοδο να πάρουν την απόφαση εσπευσμένα να συγκατοικήσουν, να κάνουν παιδιά ή να παντρευτούν. Αντίθετα, άλλοι φοβισμένοι με αυτήν την ιδέα θεώρησαν καλύτερο να μην πάρουν καμιά απόφαση.
O Βρετανός ψυχαναλυτής, John Bowlby, το 1973 παρατήρησε ότι μετά από μια έντονη τραυματική κατάσταση, όπως μια κρίση, τα μέλη μιας οικογένειας επιδιώκουν να βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα κοντά το ένα στο άλλο, καθώς αυτή η «σύνδεση» τείνει να λειτουργεί καταπραϋντικά για αυτά. Πράγματι,σε ορισμένα ζευγάρια, την περίοδο της πανδημίας, αυτό φάνηκε να ισχύει. Πολλοί σύντροφοι βρήκαν την ευκαιρία να περάσουν ποιοτικό χρόνο μαζί μέσα στον εγκλεισμό και να απευθυνθούν στον σύντροφό τους για στήριξη και ασφάλεια.
Από την άλλη πλευρά, για πολλούς συντρόφους η υποχρεωτική παραμονή σε ένα σπίτι, χωρίς την επιλογή απομόνωσης σε ξεχωριστό χώρο από το άλλο άτομο σήμανε την αύξηση των συγκρούσεων στο ζευγάρι. Με τον εγκλεισμό και την εξάπλωση του κορονοϊού, παρατηρήθηκε αύξηση του άγχους στην πλειοψηφία των ατόμων με αποτέλεσμα αυτό να κλιμακώνει τις σχέσεις των ζευγαριών. Σε πολλές περιπτώσεις, οι μήνες τηλεργασίας οδήγησαν στην κατάρρευση των καθημερινών τελετουργικών και ρουτινών που είχαν χτίσει. Αυτή η κατάρρευση οδήγησε πολλούς ανθρώπους σε συναισθήματα απελπισίας και ακολούθως, στη συμπύκνωση των διαφορετικών ρόλων σε έναν. Δεν υπήρχε η δυνατότητα, παραδείγματος χάρη, για μια γυναίκα να βγει και να ξεσκάσει με τους φίλους της ή να εργασθεί και εξαιτίας αυτού, η ένταση δύσκολα εκτονωνόταν. Όσο περισσότερο οι σύντροφοι ένιωθαν ότι οι ρουτίνες τους κατέρρεαν, τόσο πιθανότερο ήταν να νιώσουν τη σχέση τους ως χαοτική.
Στα μεγαλύτερα σε ηλικία ζευγάρια, η υποχρεωτική παραμονή στο σπίτι μπορεί να τους οδήγησε στο να συνειδητοποιήσουν ότι είναι «ξένοι» μεταξύ τους. Προ πανδημίας, λόγω του φόρτου εργασίας και των γρήγορων ρυθμών ζωής δεν αφιέρωναν χρόνο να γνωρίσουν εκ νέου ο ένας τον άλλον. Απογυμνωμένοι από τις ρουτίνες που για χρόνια συντηρούσαν, συνειδητοποίησαν ότι έχουν χάσει τη «σύνδεση» με το άλλο άτομο και ένιωσαν αποξενωμένοι. Κάτι ακόμα που έφερε πολύ έντονα στην επιφάνεια η πανδημία ήταν η ενδοοικογενειακή και έμφυλη βία. Μέσα στον υποχρεωτικό εγκλεισμό, πολλοί σύντροφοι – στην πλειοψηφία τους γυναίκες – βρέθηκαν «εγκλωβισμένοι» μέσα σε τέσσερις τοίχους με έναν σύντροφο που έχει κακοποιητικές συμπεριφορές με σκοπό την άσκηση ελέγχου στον άλλο μέσω του φόβου. Αυτό είχε ως συνέπεια να αυξηθούν οι καταγγελίες ενδοοικογενειακής βίας στα τηλεφωνικά κέντρα ψυχολογικής υποστήριξης.
Βέβαια, όπως αποδεικνύουν και οι μελέτες, η συναισθηματική ανταπόκριση («responsiveness») του συντρόφου, δηλαδή το να νιώθει ο ένας ότι ο άλλος σύντροφος τον «ακούει» πραγματικά και τον κατανοεί και ενδιαφέρεται για τα συναισθήματά του και τις σκέψεις του,μείωσε τα συναισθήματα δυσαρέσκειας μεταξύ των συντρόφων κατά την πανδημία. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι όταν οι σύντροφοι ανταποκρίνονται στις συναισθηματικές ανάγκες ο ένας του άλλου αναφέρονται χαμηλότερα ποσοστά άγχους ως επίπτωση από την πανδημία. Μάλιστα, τα ζευγάρια που οραματίζονται ένα κοινό μέλλον φαίνεται να τα πηγαίνουν καλύτερα μεταξύ τους. Χωρίς αυτή την αίσθηση, οι σύντροφοι επικεντρώνονται περισσότερο στο ατομικό τους κέρδος παρά στο αμοιβαίο «πάρε – δώσε». Η συζήτηση με τον σύντροφο για την καθημερινότητα, η ανταλλαγή ιδεών, η αίσθηση ότι το άτομο «ακούγεται» είναι αυτά που έχουν φανεί κύρια για την εξέλιξη μιας σχέσης. Το γεγονός δηλαδή ότι ο άλλος άνθρωπος είναι συνοδοιπόρος και «κυματοθραύστης» των προβλημάτων του άλλου είναι που δημιουργεί την αίσθηση της σταθερότητας και της ασφάλειας που κλονίστηκε με την πανδημία του Covid– 19.
Από τα παραπάνω φαίνεται να καταλήγουμε κοντά σε αυτά που ήδη από το 1956 ο σπουδαίος ψυχαναλυτής και φιλόσοφος Erich Fromm είχε υπογραμμίσει στο βιβλίο του «Η τέχνη της αγάπης». Συγκεκριμένα, χαρακτήρισε την αγάπη, όχι μια παθητική κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος, αλλά μια ενεργητική διαδικασία, ένα είδος τέχνης που το μαθαίνουμε. Για να μπορέσουμε να «μεταβολίσουμε», λοιπόν, τις δυσκολίες που έφερε η πανδημία του Covid-19 και να προχωρήσουμε μπροστά με νέα εργαλεία, χρειάζεται να επικεντρωθούμε στην εξάσκηση της τέχνης της αγάπης, αυτής της πραγματικά ξεχασμένης τέχνης, με το να κατακτήσουμε τα βασικά της στοιχεία: την φροντίδα, την υπευθυνότητα, τον σεβασμό και τη γνώση.
Η Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής Π. Σακελλαρόπουλος ενισχύοντας τις υπηρεσίες της στο πλαίσιο της πανδημίας, από τον Φεβρουάριο 2021 λειτουργεί στην Φωκίδα το Πρόγραμμα Ψυχολογικής Υποστήριξης «Κανείς μόνος στην πανδημία» με τη χρηματοδότηση και τον συντονισμό του Υπουργείου Υγείας. Στόχος να ενισχύσει το υπάρχον έργο παρέχοντας εξειδικευμένη υποστήριξη σε ασθενείς με Covid-19, τους συγγενείς τους, ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, αλλά και την ευρύτερη κοινότητα. Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στην υποστήριξη και ενδυνάμωση των επαγγελματιών υγείας που βρέθηκαν και βρίσκονται στην πρώτη γραμμή όλο αυτό τον καιρό. Απώτερος σκοπός η καλλιέργεια και ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας των πολιτών στο πλαίσιο της διαχείρισης των δυσκολιών και της δυσφορίας που έχει επιφέρει η πανδηµία στην καθηµερινότητά μας.